Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνάλεκτος
ἀναλήθης
ἀνάλημμα
ἀναληπτέον
ἀναληπτήρ
ἀναληπτικός
ἀναληπτρίς
ἀνάληψις
ἀναλθής
ἀνάλθητος
ἀναλίγκιος
ἀναλικμάω
ἀναλίσκω
ἀνάλιστος
ἀνάλκεια
ἀναλκείη
ἀναλκής
ἄναλκις
ἀνάλλακτος
ἀναλληγόρητος
ἀναλλοίωτος
View word page
ἀναλίγκιος
unlike

ShortDef

unlike

Debugging

Headword:
ἀναλίγκιος
Headword (normalized):
ἀναλίγκιος
Headword (normalized/stripped):
αναλιγκιος
IDX:
5987
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5988
Key:

Data

{'content': 'unlike'}