Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
νυκταιροδύτειρα
νυκταλωπίασις
νυκταλωπιάω
νυκταλωπικός
νυκτάλωψ
νυκταυγής
νυκτεγερσία
νυκτεγερτέω
νυκτέλιος
νυκτέπαρχος
νυκτερεία
νυκτέρεια
νυκτερείσιος
νυκτερέτης
νυκτέρευμα
νυκτερευτής
νυκτερευτικός
νυκτερεύω
νυκτερήσιος
νυκτερινεία
νυκτερινός
View word page
νυκτερεία
hunting by night, taking game asleep
ShortDef
hunting by night, taking game asleep
Debugging
Headword:
νυκτερεία
Headword (normalized):
νυκτερεία
Headword (normalized/stripped):
νυκτερεια
IDX:
59868
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59869
Key:
Data
{'content': 'hunting by night, taking game asleep'}