Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νυγματώδης
νυγμή
νυγμός
νυθός
νυκταιροδύτειρα
νυκταλωπίασις
νυκταλωπιάω
νυκταλωπικός
νυκτάλωψ
νυκταυγής
νυκτεγερσία
νυκτεγερτέω
νυκτέλιος
νυκτέπαρχος
νυκτερεία
νυκτέρεια
νυκτερείσιος
νυκτερέτης
νυκτέρευμα
νυκτερευτής
νυκτερευτικός
View word page
νυκτεγερσία
waking by night

ShortDef

waking by night

Debugging

Headword:
νυκτεγερσία
Headword (normalized):
νυκτεγερσία
Headword (normalized/stripped):
νυκτεγερσια
IDX:
59864
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59865
Key:

Data

{'content': 'waking by night'}