Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νουθετητής
νουθετητικός
νοῦθος
Νουκερία
Νουμᾶς
Νοῦμας
νουμηνία
νουμηνιαστής
νουμήνιος
νοῦμμος
νουνέχεια
νουνεχής
νουνεχόντως
νουσαχθής
νουσοβαρής
νουσολύτης
νουσομελής
νυ
νῦ
νύγδην
νύγμα
View word page
νουνέχεια
good sense, discretion

ShortDef

good sense, discretion

Debugging

Headword:
νουνέχεια
Headword (normalized):
νουνέχεια
Headword (normalized/stripped):
νουνεχεια
IDX:
59842
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59843
Key:

Data

{'content': 'good sense, discretion'}