Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
νουθέτημα
νουθέτησις
νουθετητέος
νουθετητής
νουθετητικός
νοῦθος
Νουκερία
Νουμᾶς
Νοῦμας
νουμηνία
νουμηνιαστής
νουμήνιος
νοῦμμος
νουνέχεια
νουνεχής
νουνεχόντως
νουσαχθής
νουσοβαρής
νουσολύτης
νουσομελής
νυ
View word page
νουμηνιαστής
one who celebrates the new moon
ShortDef
one who celebrates the new moon
Debugging
Headword:
νουμηνιαστής
Headword (normalized):
νουμηνιαστής
Headword (normalized/stripped):
νουμηνιαστης
IDX:
59839
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59840
Key:
Data
{'content': 'one who celebrates the new moon'}