Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νουθεσία
νουθετέω
νουθέτημα
νουθέτησις
νουθετητέος
νουθετητής
νουθετητικός
νοῦθος
Νουκερία
Νουμᾶς
Νοῦμας
νουμηνία
νουμηνιαστής
νουμήνιος
νοῦμμος
νουνέχεια
νουνεχής
νουνεχόντως
νουσαχθής
νουσοβαρής
νουσολύτης
View word page
Νοῦμας
Numa

ShortDef

Numa

Debugging

Headword:
Νοῦμας
Headword (normalized):
νοῦμας
Headword (normalized/stripped):
νουμας
IDX:
59837
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59838
Key:

Data

{'content': 'Numa'}