Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νοτολιβυκός
νοτόνδε
νότος
Νότος
νότυλος
νοτώδης
νουβυστικός
νουθεσία
νουθετέω
νουθέτημα
νουθέτησις
νουθετητέος
νουθετητής
νουθετητικός
νοῦθος
Νουκερία
Νουμᾶς
Νοῦμας
νουμηνία
νουμηνιαστής
νουμήνιος
View word page
νουθέτησις
admonition, warning

ShortDef

admonition, warning

Debugging

Headword:
νουθέτησις
Headword (normalized):
νουθέτησις
Headword (normalized/stripped):
νουθετησις
IDX:
59830
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59831
Key:

Data

{'content': 'admonition, warning'}