Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νοτόθεν
νοτολιβυκός
νοτόνδε
νότος
Νότος
νότυλος
νοτώδης
νουβυστικός
νουθεσία
νουθετέω
νουθέτημα
νουθέτησις
νουθετητέος
νουθετητής
νουθετητικός
νοῦθος
Νουκερία
Νουμᾶς
Νοῦμας
νουμηνία
νουμηνιαστής
View word page
νουθέτημα
admonition, warning

ShortDef

admonition, warning

Debugging

Headword:
νουθέτημα
Headword (normalized):
νουθέτημα
Headword (normalized/stripped):
νουθετημα
IDX:
59829
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59830
Key:

Data

{'content': 'admonition, warning'}