Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νοσσάς
νοστέω
νοστίζω
νόστιμος
νόστος
νόσφι
νοσφίδιος
νοσφιδόν
νοσφίζομαι
νοσφίζω
νοσφισμός
νοσφιστής
νοσώδης
νοταπηλιώτης
νοταπηλιωτικός
νοτερός
νοτέω
νοτία
νοτιαῖος
νοτίζω
νοτίη
View word page
νοσφισμός
absence

ShortDef

absence

Debugging

Headword:
νοσφισμός
Headword (normalized):
νοσφισμός
Headword (normalized/stripped):
νοσφισμος
IDX:
59803
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59804
Key:

Data

{'content': 'absence'}