Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νοσολογέω
νοσοποιέω
νοσοποιός
νόσος
νοσοτροφία
νοσοτυφέω
νόσσαξ
νοσσάς
νοστέω
νοστίζω
νόστιμος
νόστος
νόσφι
νοσφίδιος
νοσφιδόν
νοσφίζομαι
νοσφίζω
νοσφισμός
νοσφιστής
νοσώδης
νοταπηλιώτης
View word page
νόστιμος
belonging to a return

ShortDef

belonging to a return

Debugging

Headword:
νόστιμος
Headword (normalized):
νόστιμος
Headword (normalized/stripped):
νοστιμος
IDX:
59796
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59797
Key:

Data

{'content': 'belonging to a return'}