Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νομοφύλαξ
νομώδης
νομῳδός
νομώνης
νοογάστωρ
νοοειδής
νοοπλανής
νοόπληκτος
νοοποιός
νόος
νοότης
νοόω
νοσάζω
νοσακερός
νόσανσις
νοσερός
νοσερότης
νόσευμα
νοσεύομαι
νοσέω
νοσηλεία
View word page
νοότης
intellectuality

ShortDef

intellectuality

Debugging

Headword:
νοότης
Headword (normalized):
νοότης
Headword (normalized/stripped):
νοοτης
IDX:
59757
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59758
Key:

Data

{'content': 'intellectuality'}