Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
νομός
νόμος
νομοφυλακέω
νομοφυλακία
νομοφυλακικός
νομοφυλάκιον
νομοφυλακίς
νομοφύλαξ
νομώδης
νομῳδός
νομώνης
νοογάστωρ
νοοειδής
νοοπλανής
νοόπληκτος
νοοποιός
νόος
νοότης
νοόω
νοσάζω
νοσακερός
View word page
νομώνης
official who leases public pasture
ShortDef
official who leases public pasture
Debugging
Headword:
νομώνης
Headword (normalized):
νομώνης
Headword (normalized/stripped):
νομωνης
IDX:
59750
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59751
Key:
Data
{'content': 'official who leases public pasture'}