Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νομεύς
νομευτικός
νομεύω
νομή
νομία
νομίζω
νομικός
νόμιμος
νομιμότης
νόμιος
Νόμιος
νόμιος2
νομίουρος
νόμισις
νόμισμα
νομισματοπώλης
νομισματοπωλικός
νομιστέος
νομιστεύομαι
νομιστί
νομιστός
View word page
Νόμιος
pastoral (god), i.e. Pan

ShortDef

of shepherds, pastoral
pastoral (god), i.e. Pan
customary

Debugging

Headword:
Νόμιος
Headword (normalized):
νόμιος
Headword (normalized/stripped):
νομιος
IDX:
59708
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59709
Key:

Data

{'content': 'pastoral (god), i.e. Pan'}