Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νομαρχικός
Νομάς
νομάς
νομεισφορά
νόμευμα
νομεύς
νομευτικός
νομεύω
νομή
νομία
νομίζω
νομικός
νόμιμος
νομιμότης
νόμιος
Νόμιος
νόμιος2
νομίουρος
νόμισις
νόμισμα
νομισματοπώλης
View word page
νομίζω
to have as a custom; to believe

ShortDef

to have as a custom; to believe

Debugging

Headword:
νομίζω
Headword (normalized):
νομίζω
Headword (normalized/stripped):
νομιζω
IDX:
59703
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59704
Key:

Data

{'content': 'to have as a custom; to believe'}