Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
νόθευσις
νοθευτής
νοθεύω
νοθισμοί
νοθογέννητος
νοθοκαλλοσύνη
νόθος
νοθόω
νοίδιον
νομάδες
Νομαδία
νομαδία
νομαδικός
νομαδίτης
νομαδόστοιχος
νομάζω
νόμαιος
νομαῖος
Νομαντία
Νομαντῖνος
νομαρχέω
View word page
Νομαδία
Numidia
ShortDef
Numidia
pasturage, steppe
Debugging
Headword:
Νομαδία
Headword (normalized):
νομαδία
Headword (normalized/stripped):
νομαδια
IDX:
59680
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59681
Key:
Data
{'content': 'Numidia'}