Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
νίφω
νίψις
νίωπον
νόαρ
νοερός
νοέω
νόημα
νοηματίζω
νοηματικός
νοήμων
νοήρης
Νόης
νόησις
νοητάρχης
νοητέον
νοητικός
νοητός
νοθαγενής
νοθεία
νοθεῖος
νόθευσις
View word page
νοήρης
skilful
ShortDef
skilful
Debugging
Headword:
νοήρης
Headword (normalized):
νοήρης
Headword (normalized/stripped):
νοηρης
IDX:
59660
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59661
Key:
Data
{'content': 'skilful'}