Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νιφόκτυπος
νιφοστιβής
νίφω
νίψις
νίωπον
νόαρ
νοερός
νοέω
νόημα
νοηματίζω
νοηματικός
νοήμων
νοήρης
Νόης
νόησις
νοητάρχης
νοητέον
νοητικός
νοητός
νοθαγενής
νοθεία
View word page
νοηματικός
rational

ShortDef

rational

Debugging

Headword:
νοηματικός
Headword (normalized):
νοηματικός
Headword (normalized/stripped):
νοηματικος
IDX:
59658
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59659
Key:

Data

{'content': 'rational'}