Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Νιόβη
νιπτήρ
νίπτρον
Νιρεύς
Νίσαια
νίσομαι
Νῖσος
νίσσομαι
Νίσυρος
νίτρασμα
νιτρέλαιον
νιτρία
νιτρική
νιτρῖτις
νίτρον
νιτροπηγικός
νιτροποιός
νιτρόω
νιτρώδης
νιτρωδία
νίτρωμα
View word page
νιτρέλαιον
emulsion of soda and oil

ShortDef

emulsion of soda and oil

Debugging

Headword:
νιτρέλαιον
Headword (normalized):
νιτρέλαιον
Headword (normalized/stripped):
νιτρελαιον
IDX:
59628
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59629
Key:

Data

{'content': 'emulsion of soda and oil'}