Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
νίζω
νίκα
νικάδιον
νίκαθρον
Νίκαια
νικαῖος
Νίκανδρος
Νικάνωρ
νικάριον
Νικατόρειον
νικάτωρ
νικαφόρος
νικάω
νίκη
νικήεις
νίκημα
Νικήρατος
νικητέον
νικητέος
νικητήρ
νικητήριος
View word page
νικάτωρ
a conqueror
ShortDef
a conqueror
Debugging
Headword:
νικάτωρ
Headword (normalized):
νικάτωρ
Headword (normalized/stripped):
νικατωρ
IDX:
59581
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59582
Key:
Data
{'content': 'a conqueror'}