Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Νίγερ
νίγλαρος
νίζω
νίκα
νικάδιον
νίκαθρον
Νίκαια
νικαῖος
Νίκανδρος
Νικάνωρ
νικάριον
Νικατόρειον
νικάτωρ
νικαφόρος
νικάω
νίκη
νικήεις
νίκημα
Νικήρατος
νικητέον
νικητέος
View word page
νικάριον
eye-salve
ShortDef
eye-salve
Debugging
Headword:
νικάριον
Headword (normalized):
νικάριον
Headword (normalized/stripped):
νικαριον
IDX:
59579
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59580
Key:
Data
{'content': 'eye-salve'}