Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νήστειρα
νηστεύω
νήστης
νηστικός
νήστιμος
νῆστις
νηστοποσία
νηστοποτέω
νηστός
νησύδριον
νήτιτος
νητοειδής
νητός
νῆτρον
νῆττα
νηττάριον
νηττοφόνος
νηττοφύλαξ
νήϋτμος
νηφαλέος
νηφαλέωσις
View word page
νήτιτος
unavenged

ShortDef

unavenged

Debugging

Headword:
νήτιτος
Headword (normalized):
νήτιτος
Headword (normalized/stripped):
νητιτος
IDX:
59545
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59546
Key:

Data

{'content': 'unavenged'}