Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νηπιοφροσύνη
νηπιόφρων
νήπλεκτος
νήπλυτος
νηποινεί
νήποινος
νήπτης
νηπτικός
νήπυστος
νηπυτιεύομαι
νηπύτιος
Νήρειος
νηρείτης
Νηρεύς
Νηρηΐς
νήριθμος
Νήρικος
νήριον
νῆρις
Νήριτον
νήριτος
View word page
νηπύτιος
a little child

ShortDef

a little child

Debugging

Headword:
νηπύτιος
Headword (normalized):
νηπύτιος
Headword (normalized/stripped):
νηπυτιος
IDX:
59492
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59493
Key:

Data

{'content': 'a little child'}