Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
νημερτής
νημηθής
νηνεμέω
νηνεμία
νηνεμίη
νήνεμος
νηνεμόω
νηνέω
νηνία
νηνίται
νῆξις
νηοπόλος
νηοπορέω
νηός
νηοσόος
νηοφθόρος
νηοφόρος
νηπεκτής
νήπεκτος
νηπελέω
νηπενθής
View word page
νῆξις
a swimming
ShortDef
a swimming
Debugging
Headword:
νῆξις
Headword (normalized):
νῆξις
Headword (normalized/stripped):
νηξις
IDX:
59460
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59461
Key:
Data
{'content': 'a swimming'}