Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
νηλίπους
νῆμα
νηματικός
νηματώδης
νημέρτεια
νημερτής
νημηθής
νηνεμέω
νηνεμία
νηνεμίη
νήνεμος
νηνεμόω
νηνέω
νηνία
νηνίται
νῆξις
νηοπόλος
νηοπορέω
νηός
νηοσόος
νηοφθόρος
View word page
νήνεμος
without wind, breezeless, calm, hushed
ShortDef
without wind, breezeless, calm, hushed
Debugging
Headword:
νήνεμος
Headword (normalized):
νήνεμος
Headword (normalized/stripped):
νηνεμος
IDX:
59455
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59456
Key:
Data
{'content': 'without wind, breezeless, calm, hushed'}