Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νῆϊς2
νήϊστος
νηΐτης
νηκερδής
νήκερως
νήκεστος
νηκηδής
νηκουστέω
νήκουστος
νήκτης
νηκτικός
νηκτός
νηλεγής
νηλεῖτις
νηλεόθυμος
νηλεόποινος
Νηλεύς
νήλευστος
Νηληϊάδης
Νηλήϊος
νηλής
View word page
νηκτικός
able to swim

ShortDef

able to swim

Debugging

Headword:
νηκτικός
Headword (normalized):
νηκτικός
Headword (normalized/stripped):
νηκτικος
IDX:
59432
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59433
Key:

Data

{'content': 'able to swim'}