Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
νήδυμος
νηδύς
νηέω
νήησις
νηθίς
νήθουσα
νήθω
Νήϊον
νήϊος
νῆϊς
νῆϊς2
νήϊστος
νηΐτης
νηκερδής
νήκερως
νήκεστος
νηκηδής
νηκουστέω
νήκουστος
νήκτης
νηκτικός
View word page
νῆϊς2
gigantic animal
ShortDef
unknowing of, unpractised in
gigantic animal
Debugging
Headword:
νῆϊς2
Headword (normalized):
νῆϊς
Headword (normalized/stripped):
νηις2
IDX:
59422
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59423
Key:
Data
{'content': 'gigantic animal'}