Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
νεωτευκτικά
νζʹ
νή
νηγάτεος
νήγρετος
νήδυια
νήδυμος
νηδύς
νηέω
νήησις
νηθίς
νήθουσα
νήθω
Νήϊον
νήϊος
νῆϊς
νῆϊς2
νήϊστος
νηΐτης
νηκερδής
νήκερως
View word page
νηθίς
spinster
ShortDef
spinster
Debugging
Headword:
νηθίς
Headword (normalized):
νηθίς
Headword (normalized/stripped):
νηθις
IDX:
59416
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59417
Key:
Data
{'content': 'spinster'}