Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νεωτεροποιία
νεωτεροποιός
νεώτερος
νεωτευκτικά
νζʹ
νή
νηγάτεος
νήγρετος
νήδυια
νήδυμος
νηδύς
νηέω
νήησις
νηθίς
νήθουσα
νήθω
Νήϊον
νήϊος
νῆϊς
νῆϊς2
νήϊστος
View word page
νηδύς
the stomach

ShortDef

the stomach

Debugging

Headword:
νηδύς
Headword (normalized):
νηδύς
Headword (normalized/stripped):
νηδυς
IDX:
59413
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59414
Key:

Data

{'content': 'the stomach'}