Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
νεωτέρισμα
νεωτερισμός
νεωτεριστής
νεωτεριστικός
νεωτεροποιέω
νεωτεροποιία
νεωτεροποιός
νεώτερος
νεωτευκτικά
νζʹ
νή
νηγάτεος
νήγρετος
νήδυια
νήδυμος
νηδύς
νηέω
νήησις
νηθίς
νήθουσα
νήθω
View word page
νή
(yes) by..
ShortDef
(yes) by..
Debugging
Headword:
νή
Headword (normalized):
νή
Headword (normalized/stripped):
νη
IDX:
59408
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59409
Key:
Data
{'content': '(yes) by..'}