Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ἀνακτόριος
ἀνακτόριος
ἀνάκτορον
ἀνακτός
Ἀνακτοτελέσται
ἀνάκτωρ
ἀνακυΐσκω
ἀνακυκάω
ἀνακυκλεύω
ἀνακυκλέω
ἀνακύκλησις
ἀνακυκλητέον
ἀνακυκλικός
ἀνακυκλισμός
ἀνακυκλόω
ἀνακύκλωμα
ἀνακύκλωσις
ἀνακυλίνδω
ἀνακυλίω
ἀνακυμβαλιάζω
ἀνακυπόω
View word page
ἀνακύκλησις
a coming round again, circuit, revolution
ShortDef
a coming round again, circuit, revolution
Debugging
Headword:
ἀνακύκλησις
Headword (normalized):
ἀνακύκλησις
Headword (normalized/stripped):
ανακυκλησις
IDX:
5936
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5937
Key:
Data
{'content': 'a coming round again, circuit, revolution'}