Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
νεφελοφόρος
νεφελώδης
νεφελωτός
νεφοειδής
νεφόομαι
νεφοποίητος
νέφος
νέφρησις
νεφριαῖος
νεφριτικός
νεφρῖτις
νεφροειδής
νεφρός
νέφωσις
Νεφώτης
νέω
νέω2
νέω3
νέω4
νεωκορέω
νεωκορία
View word page
νεφρῖτις
nephritis, a disease of the kidneys
ShortDef
nephritis, a disease of the kidneys
Debugging
Headword:
νεφρῖτις
Headword (normalized):
νεφρῖτις
Headword (normalized/stripped):
νεφριτις
IDX:
59357
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59358
Key:
Data
{'content': 'nephritis, a disease of the kidneys'}