Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νευστέος
νευστήρ
νευστικός
νευστικός2
νεύω
νεφέλη
νεφεληγερέτα
νεφεληδόν
νεφελίζω
νεφέλιον
νεφελοειδής
Νεφελοκένταυρος
Νεφελοκοκκυγία
Νεφελοκοκκυγιεύς
νεφελομιγής
νεφελόομαι
νεφελοστάσια
νεφελοφόρος
νεφελώδης
νεφελωτός
νεφοειδής
View word page
νεφελοειδής
cloud-like

ShortDef

cloud-like

Debugging

Headword:
νεφελοειδής
Headword (normalized):
νεφελοειδής
Headword (normalized/stripped):
νεφελοειδης
IDX:
59340
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59341
Key:

Data

{'content': 'cloud-like'}