Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀνακτητικός
ἀνακτίζω
ἀνάκτισις
ἀνακτιστής
ἀνακτόρεος
ἀνακτορία
Ἀνακτόριον
Ἀνακτόριος
ἀνακτόριος
ἀνάκτορον
ἀνακτός
Ἀνακτοτελέσται
ἀνάκτωρ
ἀνακυΐσκω
ἀνακυκάω
ἀνακυκλεύω
ἀνακυκλέω
ἀνακύκλησις
ἀνακυκλητέον
ἀνακυκλικός
ἀνακυκλισμός
View word page
ἀνακτός
drawn from a spring
ShortDef
drawn from a spring
Debugging
Headword:
ἀνακτός
Headword (normalized):
ἀνακτός
Headword (normalized/stripped):
ανακτος
IDX:
5929
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5930
Key:
Data
{'content': 'drawn from a spring'}