Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νέρτερος
νέρτος
Νέρων
Νερώνεια
Νέσσος
Νεστόρεος
Νεστορίδαι
Νεστορίδης
Νεστορίς
Νέστωρ
νέτωπον
νεῦμα
νευρά
νευρένδετος
νευρεπέντατος
νευρικός
νεύρινος
νευρίτης
νευροβάτης
νευροειδής
νευρόθλαστος
View word page
νέτωπον
oil of bitter almonds

ShortDef

oil of bitter almonds

Debugging

Headword:
νέτωπον
Headword (normalized):
νέτωπον
Headword (normalized/stripped):
νετωπον
IDX:
59285
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59286
Key:

Data

{'content': 'oil of bitter almonds'}