Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀνακρωτηρίαστος
ἀνακτάομαι
ἀνακτένισμα
ἀνακτέον
ἀνάκτησις
ἀνακτητέος
ἀνακτητικός
ἀνακτίζω
ἀνάκτισις
ἀνακτιστής
ἀνακτόρεος
ἀνακτορία
Ἀνακτόριον
Ἀνακτόριος
ἀνακτόριος
ἀνάκτορον
ἀνακτός
Ἀνακτοτελέσται
ἀνάκτωρ
ἀνακυΐσκω
ἀνακυκάω
View word page
ἀνακτόρεος
of the emperor
ShortDef
of the emperor
Debugging
Headword:
ἀνακτόρεος
Headword (normalized):
ἀνακτόρεος
Headword (normalized/stripped):
ανακτορεος
IDX:
5923
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5924
Key:
Data
{'content': 'of the emperor'}