Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νεοσφάξ
νεοσχιδής
νεότας
νεοταφής
νεοτελής
νεοτερπής
νεότευκτος
νεοτευχής
νεότης
νεοτήσιος
νεότικτος
νεότμητος
νεοτόκος
νεότοκος
νεότομος
νεοτρεφής
νεότρητος
νεοτριβής
νεότρωτος
νεότυρος
νεουργέω
View word page
νεότικτος
newly brought forth

ShortDef

newly brought forth

Debugging

Headword:
νεότικτος
Headword (normalized):
νεότικτος
Headword (normalized/stripped):
νεοτικτος
IDX:
59227
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59228
Key:

Data

{'content': 'newly brought forth'}