Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νεοσφάδᾳστος
νεόσφακτος
νεοσφάξ
νεοσχιδής
νεότας
νεοταφής
νεοτελής
νεοτερπής
νεότευκτος
νεοτευχής
νεότης
νεοτήσιος
νεότικτος
νεότμητος
νεοτόκος
νεότοκος
νεότομος
νεοτρεφής
νεότρητος
νεοτριβής
νεότρωτος
View word page
νεότης
youth

ShortDef

youth

Debugging

Headword:
νεότης
Headword (normalized):
νεότης
Headword (normalized/stripped):
νεοτης
IDX:
59225
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59226
Key:

Data

{'content': 'youth'}