Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
νεόστροφος
νεοσύλλογος
νεοσύστατος
νεοσφαγής
νεοσφάδᾳστος
νεόσφακτος
νεοσφάξ
νεοσχιδής
νεότας
νεοταφής
νεοτελής
νεοτερπής
νεότευκτος
νεοτευχής
νεότης
νεοτήσιος
νεότικτος
νεότμητος
νεοτόκος
νεότοκος
νεότομος
View word page
νεοτελής
newly initiated
ShortDef
newly initiated
Debugging
Headword:
νεοτελής
Headword (normalized):
νεοτελής
Headword (normalized/stripped):
νεοτελης
IDX:
59221
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59222
Key:
Data
{'content': 'newly initiated'}