Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νεόπνευστος
νεόποδες
νεοποιέω
νεοποίητος
νεοποιός
νεόποκος
νεόπολις
νεοπολίτης
νεοπότιστος
νεόποτος
νεοπρεπής
νεόπριστος
Νεοπτόλεμος
νεόπτολις
νεοπτορθής
νεοπυρίητος
νέοργος
νεορραγής
νεόρραντος
νεορραφής
νεόρρυτος
View word page
νεοπρεπής
befitting young people, youthful, extravagant

ShortDef

befitting young people, youthful, extravagant

Debugging

Headword:
νεοπρεπής
Headword (normalized):
νεοπρεπής
Headword (normalized/stripped):
νεοπρεπης
IDX:
59169
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59170
Key:

Data

{'content': 'befitting young people, youthful, extravagant'}