Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνακρίτως
ἀνακροτέω
ἀνάκρουσις
ἀνακρουστέον
ἀνακρουστέος
ἀνακρουστικός
ἀνακρούω
ἀνακρωτηρίαστος
ἀνακτάομαι
ἀνακτένισμα
ἀνακτέον
ἀνάκτησις
ἀνακτητέος
ἀνακτητικός
ἀνακτίζω
ἀνάκτισις
ἀνακτιστής
ἀνακτόρεος
ἀνακτορία
Ἀνακτόριον
Ἀνακτόριος
View word page
ἀνακτέον
one must bring up

ShortDef

one must bring up

Debugging

Headword:
ἀνακτέον
Headword (normalized):
ἀνακτέον
Headword (normalized/stripped):
ανακτεον
IDX:
5916
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5917
Key:

Data

{'content': 'one must bring up'}