Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νεόπεπτος
νεοπευθής
νεοπηγής
νεόπηκτος
νεοπλαστής
νεοπλεκής
νεοπλουτοπόνηρος
νεόπλουτος
νεόπλυτος
νεόπνευστος
νεόποδες
νεοποιέω
νεοποίητος
νεοποιός
νεόποκος
νεόπολις
νεοπολίτης
νεοπότιστος
νεόποτος
νεοπρεπής
νεόπριστος
View word page
νεόποδες
young offshoots of vines

ShortDef

young offshoots of vines

Debugging

Headword:
νεόποδες
Headword (normalized):
νεόποδες
Headword (normalized/stripped):
νεοποδες
IDX:
59160
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59161
Key:

Data

{'content': 'young offshoots of vines'}