Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νεόκουρος
νεόκουφον
νεοκράς
Νεόκρητες
νεόκριτος
νεόκροτος
νεόκτητος
νεόκτιστος
νεόκτονος
Νεόκωμον
Νεόκωμος
νεολαία
νεολαμπής
νεόλεκτος
νεολεξία
νεόληπτος
νεόλουτος
νεόλυτος
νεολώφητος
νέομαι
νεομάλακτος
View word page
Νεόκωμος
inhabitant of Neocomum, Como

ShortDef

inhabitant of Neocomum, Como

Debugging

Headword:
Νεόκωμος
Headword (normalized):
νεόκωμος
Headword (normalized/stripped):
νεοκωμος
IDX:
59128
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59129
Key:

Data

{'content': 'inhabitant of Neocomum, Como'}