Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νεοκατάγραφος
νεοκατασκεύαστος
νεοκατάστατος
νεοκατάχριστος
νεοκάττυτος
νεόκαυστος
νεοκέντητος
νεοκηδής
νεοκλαδής
νεοκληρόνομος
Νεοκλῆς
νεόκλωστος
νεοκμής
νεόκμητος
νεοκονίατος
νεόκοπος
νεόκοπτος
νεόκοτος
νεόκουρος
νεόκουφον
νεοκράς
View word page
Νεοκλῆς
Neocles

ShortDef

Neocles

Debugging

Headword:
Νεοκλῆς
Headword (normalized):
νεοκλῆς
Headword (normalized/stripped):
νεοκλης
IDX:
59110
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59111
Key:

Data

{'content': 'Neocles'}