Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νεοαρδής
νεόβδαλτος
νεόβλαστος
νεόβορος
νεοβρώς
νεογάλαξ
νεογαμητή
νεόγαμος
νεογενής
νεογιλός
νεογλαγής
νεογλυφής
νεογνός
νεόγονος
νεόγραπτος
νεόγραφος
νεόγυιος
νεογύνης
νεοδάκρυτος
νεοδαμώδης
νεόδαρτος
View word page
νεογλαγής
newly yielding milk

ShortDef

newly yielding milk

Debugging

Headword:
νεογλαγής
Headword (normalized):
νεογλαγής
Headword (normalized/stripped):
νεογλαγης
IDX:
59060
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59061
Key:

Data

{'content': 'newly yielding milk'}