Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νέκυς
νεκύσια
νεκυσσόος
Νεμέα
Νεμεαῖος
Νεμεάς
νεμέθομαι
νεμέθω
Νέμεια
Νέμειον
Νέμειος
Νεμεονίκης
νεμεσάω
Νεμεσεῖον
νεμεσητικός
νεμεσητός
Νεμέσια
νεμεσίζομαι
νέμεσις
νεμεσίτης
νεμέτωρ
View word page
Νέμειος
Nemean

ShortDef

Nemean

Debugging

Headword:
Νέμειος
Headword (normalized):
νέμειος
Headword (normalized/stripped):
νεμειος
IDX:
59030
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59031
Key:

Data

{'content': 'Nemean'}