Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
νέκρωμα
νεκρών
νέκρωσις
νεκρωτικός
νέκταρ
νεκτάρεος
νεκταρίτης
νεκταροειδής
νεκταροσταγής
νεκταρώδης
νεκυαγωγή
νεκυάμβατος
νεκυδαίμων
νεκύδαλος
νεκυηδόν
νεκυηπόλος
νέκυια
νεκυϊκός
νεκυοδαίμων
νεκυομαντεία
νεκυομαντεῖον
View word page
νεκυαγωγή
calling up of spirits, necromancy
ShortDef
calling up of spirits, necromancy
Debugging
Headword:
νεκυαγωγή
Headword (normalized):
νεκυαγωγή
Headword (normalized/stripped):
νεκυαγωγη
IDX:
59007
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59008
Key:
Data
{'content': 'calling up of spirits, necromancy'}