Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νεκρόταγος
νεκροταφέω
νεκροταφικός
νεκροφαγέω
νεκροφάγος
νεκροφόνος
νεκροφορέω
νεκροφόριον
νεκροφόρος
νεκροφύλαξ
νεκρόψυχος
νεκρόω
νεκρώδης
νέκρωμα
νεκρών
νέκρωσις
νεκρωτικός
νέκταρ
νεκτάρεος
νεκταρίτης
νεκταροειδής
View word page
νεκρόψυχος
spiritless

ShortDef

spiritless

Debugging

Headword:
νεκρόψυχος
Headword (normalized):
νεκρόψυχος
Headword (normalized/stripped):
νεκροψυχος
IDX:
58994
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58995
Key:

Data

{'content': 'spiritless'}