Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
νεανίσκος
νεαοιδός
Νεάπολις
νεαροηχής
νεαρόπαστος
νεαροποιέω
νεαροπρεπής
νεαρός
νεαροφόρος
νεάρωσις
νεάς
νεάσιμος
νέασις
νεασπάτωτος
νεάτη
νεατός
νέατος
νέατος2
νεάω
νέβραξ
νέβρειος
View word page
νεάς
novella
ShortDef
novella
Debugging
Headword:
νεάς
Headword (normalized):
νεάς
Headword (normalized/stripped):
νεας
IDX:
58882
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58883
Key:
Data
{'content': 'novella'}