Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ναυτιλέῳ
ναυτιλία
ναυτιλίη
ναυτίλλομαι
ναυτίλος
ναυτιλοφθόρος
ναυτιώδης
ναυτοδίκαι
ναυτολογέω
ναυτολόγος
ναυτοπαίδιον
ναυφάγος
ναυφθορία
ναύφθορος
ναύφρακτος
ναυφυλακέω
ναυφύλαξ
νάφθα
ναφρόν
Ναχώρης
νάω
View word page
ναυτοπαίδιον
sailor boy
ShortDef
sailor boy
Debugging
Headword:
ναυτοπαίδιον
Headword (normalized):
ναυτοπαίδιον
Headword (normalized/stripped):
ναυτοπαιδιον
IDX:
58832
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58833
Key:
Data
{'content': 'sailor boy'}