Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ναύστολος
ναύτας
ναυτεία
ναύτης
ναυτία
ναυτιάω
ναυτικός
ναυτιλέῳ
ναυτιλία
ναυτιλίη
ναυτίλλομαι
ναυτίλος
ναυτιλοφθόρος
ναυτιώδης
ναυτοδίκαι
ναυτολογέω
ναυτολόγος
ναυτοπαίδιον
ναυφάγος
ναυφθορία
ναύφθορος
View word page
ναυτίλλομαι
to sail, go by sea

ShortDef

to sail, go by sea

Debugging

Headword:
ναυτίλλομαι
Headword (normalized):
ναυτίλλομαι
Headword (normalized/stripped):
ναυτιλλομαι
IDX:
58825
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58826
Key:

Data

{'content': 'to sail, go by sea'}